Επιστημονική – Λατινική ονομασία / Είδος: Calendula officinalis L.
Γένος: Calendula
Οικογένεια: Asteraceae (Compositae) / Αστεροειδή (Σύνθετα)
Συχνές ονομασίες: Calendula, garden marigold, ruddles, marigold, Scotch marigold, Scottish marigold, pot marigold, calndula, English marigold, red calliandra / καλέντουλα η φαρμακευτική, καλέντουλα, νεκρολούλουδο.
Μονοετές, ανθοφόρο, ποώδες φυτό που φτάνει σε ύψος τα 60 εκατοστά . Φέρει επιμήκη, λογχοειδή, χνουδάτα φύλλα και ζωηρού πορτοκαλί χρώματος, αρωματικά λουλούδια, τα οποία ομοιάζουν με μαργαρίτα.
Δεν παρουσιάζει εδαφικές απαιτήσεις αλλά προτιμάει τις ηλιόλουστες θέσεις φύτευσης και τα εδάφη με καλή αποστράγγιση.
Η καλέντουλα αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά θεραπευτικά βότανα, με ευρεία χρήση από την αρχαιότητα έως και σήμερα, στη λαϊκή, παραδοσιακή φαρμακευτική. Τα άνθη της συλλέγονται μόλις ανθίσουν στις αρχές του καλοκαιριού, κι αφού αποξηρανθούν σε σκιερό μέρος χρησιμοποιούνται σε πληθώρα παρασκευασμάτων κυρίως στην αντιμετώπιση δερματοπαθειών, καθώς το φυτό παρουσιάζει αντισηπτικές, αντιμυκητιακές, αντιβακτηριακές, αντιικές, αντιφλεγμονώδεις κι αποτοξινωτικές ιδιότητες.
Το φυτό πέραν της φαρμακευτικής χρήσης του τα φύλλα και τα άνθη του φυτού χρησιμοποιούνται στην μαγειρική. Τα υψηλής διατροφικής αξίας φύλλα του καταναλώνονται ωμά κι είναι πλούσια σε βιταμίνες και μέταλλα. Τα φρέσκα πέταλα των λουλουδιών προστίθενται για να δώσουν χρώμα, κυρίως, στις σαλάτες. Τα αποξηραμένα πέταλα έχουν πιο συμπυκνωμένη γεύση και χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα, προσθέτοντας παράλληλα χρώμα στο πιάτο, όπως ο κρόκος.
Η ονομασία του φυτού προέρχεται από τη λατινική λέξη calens, η οποία σημαίνει πρώτη του μήνα, καθώς οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι το φυτό ανθίζει κάθε πρώτη του μήνα.