Επιστημονική – Λατινική ονομασία / Είδος: Prunus laurocerasus L.
Γένος: Prunus
Οικογένεια: Rosaceae / Ροδίδες
Συχνές ονομασίες: cherry laurel, English laurel, Lorbeerkirsche, common laurel / Κερασέα η δαφνοκέρασος, δαφνοκερασιά, δαφνοκέρασος, λαουροκέρασος, ροδάφνον, δοράφνον, ροδόδαφνον, ταφλάν', καράγεμις.
Μικρό αειθαλές δέντρο ή αειθαλής θάμνος με δερματώδη κι ωοειδή φύλλα, φέρει μικρά, λευκά άνθη οργανωμένα σε βοτρυώδεις ταξιανθίες την άνοιξη και στη συνέχεια καρποφορεί σκούρους μωβ έως μαύρους στρογγυλούς, γυαλιστερούς καρπούς με υπόγλυκη και στυφή γεύση, τα οποία αν καταναλωθούν σε ποσότητα μουδιάζει το στόμα. Ευδοκιμεί σε ηλιόλουστες θέσεις φύτευσης με καλή αποστράγγιση εδάφους. Ιδιαίτερα ανθεκτικό φυτό στις χαμηλές θερμοκρασίες και με μέτριες ανάγκες ποτίσματος, κατάλληλο ακόμη και για παραθαλάσσιες φυτεύσεις.
Εμφανίζει πληθώρα φαρμακευτικών ιδιοτήτων, είτε αν καταναλωθεί ως φρούτο, είτε ως έγχυμα των φρεσκοκομμένων φύλλων του, είτε ως κατάπλασμα.
Είναι ένα ευρέως γνωστό φρούτο στον Πόντο, αλλά σχεδόν άγνωστο στην Ελλάδα. Φύεται σε όλο τον παράλιο Πόντο. Στην Ελλάδα, πρόσφυγες το έφεραν και το φύτεψαν σε περιοχές της Βορείου Ελλάδας, η γεύση του όμως παρουσιάζει διαφορές, λόγω της διαφορετικής σύστασης των εδαφών. Το χειμώνα οι Πόντιοι το τρώνε αποξηραμένο ως ξηρό καρπό (σαν σταφίδα), ενώ οι Πόντιοι στην Ελλάδα το καταναλώνουν όπως τις ελιές.
Σον Κήπο μας θα βρείτε την ποικιλία Prunus laurocerasus caucasica.