Σιτάρι δίκοκκο (ζέα) 1

Επιστημονική – Λατινική ονομασία / Είδος: Triticum turgidum ssp. Dicoccum

Γένος: Triticum

Οικογένεια: Poaceae (Gramineae)/ Ποοειδή (αγρωστώδη)
Συχνές ονομασίες: emmer wheat, hulled wheat, farro, amidonnier, polba / σιτάρι δίκοκκο, ζέας, ζειάς.

Το σιτάρι αποτελεί την κύρια καλλιέργεια ήδη από το 8.000 π.Χ.. Στην Ελλάδα, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, σταμάτησε η καλλιέργεια του δίκοκκου σιταριού λόγω της δύσκολης αποφλοίωσης του με αποτέλεσμα τα χαρακτηριστικά κι οι ιδιότητες του να παραμείνουν αναλλοίωτα για 10.000 χρόνια, λόγω της μη εφαρμογής βελτιωτικών εργασιών. Το γεγονός αυτό δημιούργησε στις μέρες μας αυξανόμενη ζήτηση. Μερικά ακόμα από τα πλεονεκτήματα του είναι: η χαμηλή ποιοτική σύνθεση γλουτένης, η μεγάλη απόδοση ανά στρέμμα, οι μειωμένες απαιτήσεις του σε χημικά λιπάσματα και ζιζανιοκτόνα έναντι των άλλων σιτηρών, η αποφλοίωσή του γίνεται λίγο πριν την αλευροποίησή του διατηρώντας τις θρεπτικές και διαιτητικές ιδιότητες του “ζωντανές” και τέλος ευδοκιμεί σε μεγαλύτερη ποικιλία εδαφών έναντι των υπολοίπων σιτηρών.
Το σιτάρι της ζέας αναφέρεται από πλήθος αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων και ιστορικών, ακόμη και στην Οδύσσεια του Ομήρου. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Ησύχιο τον Αλεξανδρινό, το λιμάνι της Ζέας στον Πειραιά, προέρχεται από το εμπόριο ζεάς που γίνονταν μέσω αυτού.