Επιστημονική – Λατινική ονομασία / Είδος: Quercus coccifera

Γένος: Quercus

Οικογένεια: Fagaceae / Φυγοειδή
Συχνές ονομασίες: coscoja, kermes oak / δρυς ο κοκκοφόρος, πουρνάρι, πρίνος, περνιά (Κύπρο).

Αειθαλές φυτό με ευρεία εξάπλωση περιμετρικά της Μεσογείου. Υπάρχουν δύο υποείδη πουρναριού, το υποείδος coccifera με εξάπλωση στη Δυτική Μεσόγειο και το υποείδος calliprinos με εξάπλωση στην Ανατολική Μεσόγειο, τα οποία διαφοροποιούνται κι ως προς το μέγεθος με το υποείδος calliprinos να συναντάται συχνά ως μεγάλο δέντρο. Το πουρνάρι διασταυρώνεται με πολλά είδη άλλων δρυών, δίνοντας υβρίδια με ενδιάμεσα χαρακτηριστικά.

Το πουρνάρι έχει σκουρόχρωμο κορμό, ο οποίος από λείος γίνεται σχισμένος και ξηρός όσο ωριμάζει. Τα φύλλα του είναι σκληρά, λεία, δερματώδη, πράσινα με οδοντωτές παρυφές. Ο καρπός του, τα βελανίδια, εμφανίζεται άλλοτε κατά μονάδες κι άλλοτε σε ζεύγη και φέρει χαρακτηριστικό κύπελλο με λέπια, το οποίο καλύπτει περισσότερο από το μισό του μήκους του καρπού.

Το πουρνάρι χρησιμοποιούνταν ως ζωοτροφή, ως κόκκινη βαφή δερμάτινων, κι οι καρποί του από τη λαϊκή ιατρική αλλά κι ως τρόφιμο κατά την αρχαιότητα. Σήμερα, κατατάσσεται στις εναλλακτικές υπερτροφές πλούσιο σε πρωτεϊνες και βιταμίνες κι είναι εύκολο να βρει κανείς ακόμη κι αλεύρι βελανιδιού στο εμπόριο.

Παρότι, συνήθως το συναντάμε αυτοφυές φυτό, πιθανώς να το συναντήσει κανείς κι ως καλλιεργούμενο σε περιοχές που έχουν πληγεί από πυρκαγιές, καθώς βλασταίνει εύκολα και χρησιμοποιείται για την αποφυγή της εδαφικής διάβρωσης.

*Ο Βοτανικός Κήπος «Ζέλιος Γη» δε φέρει ευθύνη για τυχόν παρενέργειες από τη χρήση – κατανάλωση των φυτών και βοτάνων . Σας συστήνουμε να συμβουλεύεστε πάντοτε το θεράποντα ιατρό σας πριν προβείτε στη χρήση οποιουδήποτε φαρμακευτικού φυτού.